1. Λέξη
    περίγελος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: περίβολος - περίπολος - περίοδος)
  2. Συνώνυμα
    • γελοιοποίηση
    • χλευασμός
    • περιφρόνηση
    3
  3. Αντώνυμα
    • σεβασμός
    • εκτίμηση
    • προσοχή
    3
  4. Ορισμός
    • Η πράξη του να γελοιοποιείς κάποιον ή κάτι.
    • Η κατάσταση του να γίνεσαι αντικείμενο χλευασμού.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο περίγελος που δέχτηκε μείωσε την αυτοπεποίθησή του.
    • Η συμπεριφορά του προκάλεσε περίγελο μεταξύ των συναδέλφων του.
    2