Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περιπέτεια (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
περιφέρεια
-
περιέργεια
)
Συνώνυμα
αποστολή
εμπειρία
θρίλερ
3
Αντώνυμα
ρεγουλαριότητα
μονοτονία
ηρεμία
3
Ορισμός
Μια συναρπαστική ή επικίνδυνη εμπειρία ή γεγονός.
Μια ακολουθία γεγονότων που είναι ασυνήθιστα ή συναρπαστικά.
2
Παραδείγματα
Η ταινία ήταν γεμάτη δράση και περιπέτειες.
Η ζωή του ήταν μια συνεχής περιπέτεια, γεμάτη ανατροπές και εκπλήξεις.
2