Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περισυλλογή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
συλλογή
)
Συνώνυμα
συλλογή
συγκέντρωση
συλλογισμός
3
Αντώνυμα
διασπορά
αποσύνθεση
2
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του περισυλλέγω, δηλαδή της συλλογής ή συγκέντρωσης πραγμάτων ή πληροφοριών.
Η διαδικασία της συγκέντρωσης ή της συλλογής πληροφοριών ή αντικειμένων.
2
Παραδείγματα
Η περισυλλογή των δεδομένων για την έρευνα διήρκεσε πολλούς μήνες.
Η περισυλλογή των καρπών γίνεται το φθινόπωρο.
2