1. Λέξη
    περισυλλογή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συλλογή)
  2. Συνώνυμα
    • συλλογή
    • συγκέντρωση
    • συλλογισμός
    3
  3. Αντώνυμα
    • διασπορά
    • αποσύνθεση
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του περισυλλέγω, δηλαδή της συλλογής ή συγκέντρωσης πραγμάτων ή πληροφοριών.
    • Η διαδικασία της συγκέντρωσης ή της συλλογής πληροφοριών ή αντικειμένων.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η περισυλλογή των δεδομένων για την έρευνα διήρκεσε πολλούς μήνες.
    • Η περισυλλογή των καρπών γίνεται το φθινόπωρο.
    2