1. Λέξη
    περιτομή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: περιττός)
  2. Συνώνυμα
    • ακροβυστία
    • κυκλοτομή
    2
  3. Αντώνυμα
    • ακροβυστία
    1
  4. Ορισμός
    • Η χειρουργική αφαίρεση του δερματικού πτυχώματος που καλύπτει την άκρη του πέους.
    • Μια θρησκευτική ή πολιτιστική πρακτική που πραγματοποιείται σε αρσενικά βρέφη ή ενήλικες σε διάφορες κοινωνίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Σε πολλές θρησκείες, η περιτομή είναι μια σημαντική τελετή.
    • Η περιτομή μπορεί να πραγματοποιηθεί για ιατρικούς λόγους.
    2