1. Λέξη
    περπάτημα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πάτημα)
  2. Συνώνυμα
    • βόλτα
    • διαδρομή
    • προσπάθεια
    3
  3. Αντώνυμα
    • ακινησία
    • στασιμότητα
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η διαδικασία του περπατήματος.
    • Μια σύντομη διαδρομή με τα πόδια, συνήθως για άσκηση ή ευχαρίστηση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το πρωινό περπάτημα βοηθά στη διατήρηση της υγείας.
    • Έκανε ένα σύντομο περπάτημα στο πάρκο για να χαλαρώσει.
    2