1. Λέξη
    πηγαινοέρχομαι (ρήμα) - (παρόμοια: πηγαινοέρχονται - προέρχομαι - πρωτοέρχομαι - έρχομαι)
  2. Συνώνυμα
    • ταξιδεύω
    • κινώ
    • μετακινούμαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • μένω
    • παραμένω
    • σταματώ
    3
  4. Ορισμός
    • Πηγαίνω και έρχομαι συνεχώς μεταξύ δύο ή περισσότερων σημείων.
    • Κινούμαι μπρος-πίσω σε μια διαδρομή.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Κάθε μέρα πηγαινοέρχομαι από το σπίτι μου στη δουλειά.
    • Τα τρένα πηγαινοέρχονται ανάμεσα στις δύο πόλεις.
    2