Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πισινός (επίθετο) - (παρόμοια:
περσινός
-
πιστός
)
Συνώνυμα
πίσω
οπίσθιος
2
Αντώνυμα
μπροστινός
εμπρόσθιος
2
Ορισμός
Εκείνος που βρίσκεται ή αναφέρεται στο πίσω μέρος.
Που ανήκει ή σχετίζεται με το πίσω μέρος.
2
Παραδείγματα
Ο πισινός τροχός του ποδηλάτου χρειάζεται επισκευή.
Η πισινή είσοδος του κτιρίου είναι κλειδωμένη.
2