Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ποντικοφάρμακο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
φάρμακο
)
Συνώνυμα
ποντικοκτόνο
δηλητήριο για ποντίκια
2
Αντώνυμα
ποντικοτροφή
τροφή για ποντίκια
2
Ορισμός
Ένα χημικό προϊόν που χρησιμοποιείται για την εξόντωση ποντικιών.
Ουσία που προκαλεί θάνατο σε ποντίκια όταν την καταναλώσουν.
2
Παραδείγματα
Τοποθέτησε ποντικοφάρμακο στη σοφίτα για να εξαλείψει την εισβολή ποντικιών.
Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με το ποντικοφάρμακο για να μην το φάνε τα κατοικίδια.
2