1. Λέξη
    πούδρα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πούρα - πού)
  2. Συνώνυμα
    • αλεύρι
    • σκόνη
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Μία λεπτή σκόνη που χρησιμοποιείται για διάφορους σκοπούς, όπως καλλυντικά, μαγειρική ή καθαρισμό.
    • Μία ουσία σε μορφή σκόνης που χρησιμοποιείται για την απορρόφηση υγρασίας ή λιπαρών ουσιών.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η πούδρα βοηθάει να μειωθεί η εφίδρωση στο πρόσωπο.
    • Χρησιμοποίησε πούδρα για να καθαρίσει το λεκέ στο παντελόνι της.
    2