1. Λέξη
    πραίτορας (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πράκτορας - πάστορας)
  2. Συνώνυμα
    • διοικητής
    • άρχοντας
    • αξιωματούχος
    3
  3. Αντώνυμα
    • υποτελής
    • υπήκοος
    • πολίτης
    3
  4. Ορισμός
    • Αρχαίος Ρωμαίος αξιωματούχος με δικαστικές και στρατιωτικές αρμοδιότητες.
    • Στην αρχαία Ρώμη, ανώτερος αξιωματούχος που είχε την εξουσία να διοικεί και να δικάζει.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο πραίτορας ήταν υπεύθυνος για τη διατήρηση της τάξης στην πόλη.
    • Κάθε χρόνο εκλεγόταν νέος πραίτορας στη Ρώμη.
    2