1. Λέξη
    προαίσθημα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προαίσθηση - αίσθημα - συναίσθημα)
  2. Συνώνυμα
    • ένστικτο
    • προμήνυμα
    • προαίρεση
    3
  3. Αντώνυμα
    • απροσεξία
    • αδιαφορία
    • αναισθησία
    3
  4. Ορισμός
    • Η αίσθηση ή η υποψία ότι κάτι πρόκειται να συμβεί, χωρίς να υπάρχουν σαφή στοιχεία ή αποδείξεις.
    • Μια διαισθητική αίσθηση ή προαίρεση για κάτι που μπορεί να συμβεί στο μέλλον.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Είχε ένα δυνατό προαίσθημα ότι κάτι κακό θα συνέβαινε.
    • Το προαίσθημά της για την επιτυχία της επιχείρησης αποδείχθηκε σωστό.
    2