1. Λέξη
    συναίσθημα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συναίσθηση - αίσθημα - προαίσθημα)
  2. Συνώνυμα
    • αίσθημα
    • συναισθηματικότητα
    • συγκίνηση
    3
  3. Αντώνυμα
    • αναισθησία
    • απάθεια
    • ασυγκινησία
    3
  4. Ορισμός
    • Η εσωτερική εμπειρία ή η αντίδραση που προκαλείται από εξωτερικά ερεθίσματα ή από την ψυχική κατάσταση ενός ατόμου.
    • Η ικανότητα να νιώθει κανείς και να αντιδρά συναισθηματικά.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το συναίσθημα της αγάπης είναι πολύ ισχυρό.
    • Ένιωσε ένα βαθύ συναίσθημα ευτυχίας όταν είδε την οικογένειά του.
    2