1. Λέξη
    προσαρμογή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προσαρμόζω - προσαρμόζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • προσαρμοσμός
    • προσαρμοστική διαδικασία
    • προσαρμοστικότητα
    3
  3. Αντώνυμα
    • απροσαρμοσία
    • ακαμψία
    • αμεταβλητότητα
    3
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία ή το αποτέλεσμα της ρύθμισης ή της αλλαγής για να ταιριάζει σε νέες συνθήκες.
    • Η ικανότητα ενός οργανισμού ή συστήματος να ανταποκρίνεται στις αλλαγές του περιβάλλοντός του.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η προσαρμογή του σε νέες συνθήκες εργασίας ήταν γρήγορη.
    • Η προσαρμογή των φυτών στο κλίμα της περιοχής είναι εντυπωσιακή.
    2