Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσαρμόζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
προσαρμόζω
-
εφαρμόζομαι
-
προσαρμογή
-
προσφέρομαι
-
προσεύχομαι
-
προορίζομαι
-
πρήζομαι
)
Συνώνυμα
προσαρμόζω
προσαρμόζομαι
προσαρμόζομαι σε
προσαρμόζομαι στις συνθήκες
4
Αντώνυμα
αντιστέκομαι
δεν προσαρμόζομαι
παραμένω αμετάβλητος
3
Ορισμός
Είμαι σε θέση να αλλάξω ή να ρυθμίσω τον εαυτό μου ώστε να ταιριάζω ή να λειτουργώ σε νέες συνθήκες.
Αλλάζω ή ρυθμίζω κάτι για να το κάνω πιο κατάλληλο ή αποτελεσματικό σε μια συγκεκριμένη κατάσταση.
2
Παραδείγματα
Πρέπει να προσαρμοστείς στις νέες συνθήκες εργασίας.
Το λογισμικό μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του χρήστη.
2