Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσπεράσω (ρήμα) - (παρόμοια:
προσπερνώ
-
περάσω
-
προσπερνάω
-
προσπαθήσω
)
Συνώνυμα
ξεπεράσω
προσπερνώ
προσπερνάω
3
Αντώνυμα
σταματώ
ακινητώ
παραμένω
3
Ορισμός
Περνώ μπροστά από κάτι ή κάποιον κινούμενος.
Υπερβαίνω κάποιον σε ταχύτητα ή επιδόσεις.
2
Παραδείγματα
Οδηγώντας με μεγάλη ταχύτητα, κατάφερα να προσπεράσω πολλά οχήματα.
Στον αγώνα, ο δρομέας προσπέρασε όλους τους αντιπάλους του και κέρδισε.
2