Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσωπείο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
προσωπικό
-
προσωπικός
)
Συνώνυμα
μάσκα
έκφραση
προσποίηση
3
Αντώνυμα
αληθινή όψη
φυσική έκφραση
2
Ορισμός
Ένα αντικείμενο που φοριέται στο πρόσωπο για να καλύψει ή να μεταμορφώσει την εμφάνιση.
Μια προσποιητή συμπεριφορά ή στάση που κρύβει την πραγματική φύση ή τα συναισθήματα κάποιου.
2
Παραδείγματα
Φόρεσε ένα προσωπείο στο πάρτι για να μην τον αναγνωρίσουν.
Χρησιμοποιεί το γέλιο του ως προσωπείο για να κρύψει τη θλίψη του.
2