1. Λέξη
    προτεραιότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ακεραιότητα - ποιότητα)
  2. Συνώνυμα
    • προβάδισμα
    • προτεραιότητα
    • προτεραιότητα
    3
  3. Αντώνυμα
    • καθυστέρηση
    • υστέρηση
    • αναβολή
    3
  4. Ορισμός
    • Η ιδιότητα ή η κατάσταση του να είναι κάτι πιο σημαντικό ή επείγον από κάτι άλλο.
    • Η δικαίωση ή η προνομιακή θέση που έχει κάποιος σε σχέση με άλλους.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η προτεραιότητα σε αυτή την περίπτωση δίνεται στην υγεία των πολιτών.
    • Οι ηλικιωμένοι έχουν προτεραιότητα στις ουρές των δημοσίων υπηρεσιών.
    2