1. Λέξη
    προφέρω (ρήμα) - (παρόμοια: προσφέρω - προφέρεις - προτέρω - προφίλ)
  2. Συνώνυμα
    • εκφράζω
    • λέγω
    • αποφθέγγομαι
    • εκστομίζω
    4
  3. Αντώνυμα
    • σιωπώ
    • κρύβω
    • αποσιωπώ
    3
  4. Ορισμός
    • να εκφράσω κάτι με λόγια ή με ήχο
    • να προβλέψω ή να μαντέψω κάτι που θα συμβεί στο μέλλον
    • να εκφωνήσω δημόσια ή επίσημα
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο δάσκαλος του ζήτησε να προφέρει σωστά τις λέξεις.
    • Ο μάντης ισχυρίστηκε ότι μπορεί να προφέρει το μέλλον.
    • Ο πρόεδρος θα προφέρει τον λόγο του στη συνέλευση.
    3