Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσφέρω (ρήμα) - (παρόμοια:
προφέρω
-
προσφέρομαι
-
προσφέρονται
-
προτέρω
-
προσφυγή
-
προσφορά
)
Συνώνυμα
παρέχω
δίνω
χορηγώ
3
Αντώνυμα
αποσύρω
αρνούμαι
απορρίπτω
3
Ορισμός
Να δίνω κάτι σε κάποιον, συνήθως ως δώρο ή ως μέρος μιας συμφωνίας.
Να παρουσιάζω κάτι για να το αποδεχτεί κάποιος, όπως μια πρόταση ή μια ιδέα.
2
Παραδείγματα
Η εταιρεία προσφέρει δωρεάν δείγματα στους πελάτες της.
Προσφέρω να σε βοηθήσω με τη μετάφραση του κειμένου.
2