Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προχωρήσεις (ρήμα) - (παρόμοια:
προχωρήσω
-
προκλήσεις
-
προχωρώ
-
προχωράω
)
Συνώνυμα
προοδεύσεις
εξελιχθείς
προσχωρήσεις
3
Αντώνυμα
οπισθοχωρήσεις
σταματήσεις
παραμείνεις
3
Ορισμός
Να κινηθείς προς τα εμπρός, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά.
Να κάνεις πρόοδο σε κάποια δραστηριότητα ή κατάσταση.
Να συνεχίσεις μετά από μια παύση ή δυσκολία.
3
Παραδείγματα
Αν προχωρήσεις λίγο ακόμα, θα φτάσεις στον προορισμό σου.
Μόλις προχωρήσεις με τις σπουδές σου, θα έχεις περισσότερες ευκαιρίες.
Πρέπει να προχωρήσεις από αυτήν την αποτυχία και να συνεχίσεις.
3