Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προϊστάμενος (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
προηγούμενος
-
ιπτάμενος
)
Συνώνυμα
επικεφαλής
διευθυντής
αρχηγός
ηγέτης
4
Αντώνυμα
υφιστάμενος
υπάλληλος
ακόλουθος
3
Ορισμός
Αυτός που προΐσταται μιας υπηρεσίας ή οργανισμού και έχει την ευθύνη της λειτουργίας του.
Αρχηγός ή επικεφαλής μιας ομάδας ή οργάνωσης.
2
Παραδείγματα
Ο προϊστάμενος του τμήματος έδωσε οδηγίες για τη νέα εργασία.
Ο προϊστάμενος της εταιρείας συναντήθηκε με τους υπαλλήλους για να συζητήσει τα νέα μέτρα.
2