1. Λέξη
    πρόθυμα (επίρρημα) - (παρόμοια: πρόθυμος - πρόγευμα)
  2. Συνώνυμα
    • ευχαρίστως
    • με προθυμία
    • οικειοθελώς
    3
  3. Αντώνυμα
    • απρόθυμα
    • διστακτικά
    • αργά
    3
  4. Ορισμός
    • Με προθυμία και ενθουσιασμό.
    • Χωρίς δισταγμό ή αντιρρήσεις.
    • Με ευχέρεια και ευκολία.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Απάντησε πρόθυμα στις ερωτήσεις του δασκάλου.
    • Οι εθελοντές πρόθυμα βοήθησαν στην οργάνωση της εκδήλωσης.
    • Πρόθυμα δέχτηκε την πρόταση για συνεργασία.
    3