1. Λέξη
    πρόθυμος (επίθετο) - (παρόμοια: απρόθυμος - πρόθυμα - λιπόθυμος)
  2. Συνώνυμα
    • έτοιμος
    • διατεθειμένος
    • προετοιμασμένος
    3
  3. Αντώνυμα
    • απρόθυμος
    • διστακτικός
    • απροετοίμαστος
    3
  4. Ορισμός
    • Εκείνος που είναι έτοιμος και πρόθυμος να κάνει κάτι.
    • Εκείνος που δείχνει διάθεση και ενθουσιασμό για να αναλάβει μια δραστηριότητα ή εργασία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο Γιάννης ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους φίλους του.
    • Η Μαρία είναι πάντα πρόθυμη να συμμετάσχει σε νέες πρωτοβουλίες.
    2