Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πρόξενος (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
πρόγονος
-
φιλόξενος
-
παράξενος
)
Συνώνυμα
διπλωμάτης
πρεσβευτής
αντιπρόσωπος
3
Αντώνυμα
απλός πολίτης
ιδιώτης
2
Ορισμός
Ένας αξιωματούχος που εκπροσωπεί μια χώρα σε ξένη χώρα, συνήθως σε μικρότερο βαθμό από έναν πρεσβευτή.
Πρόσωπο που διορίζεται από μια κυβέρνηση για να προστατεύει τα συμφέροντα των πολιτών της σε ξένη χώρα.
2
Παραδείγματα
Ο πρόξενος βοήθησε τους πολίτες της χώρας του που βρίσκονταν σε κρίση.
Η συνάντηση με τον πρόξενο διευκόλυνε την επίλυση των διοικητικών θεμάτων.
2