1. Λέξη
    πρόξενος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πρόγονος - φιλόξενος - παράξενος)
  2. Συνώνυμα
    • διπλωμάτης
    • πρεσβευτής
    • αντιπρόσωπος
    3
  3. Αντώνυμα
    • απλός πολίτης
    • ιδιώτης
    2
  4. Ορισμός
    • Ένας αξιωματούχος που εκπροσωπεί μια χώρα σε ξένη χώρα, συνήθως σε μικρότερο βαθμό από έναν πρεσβευτή.
    • Πρόσωπο που διορίζεται από μια κυβέρνηση για να προστατεύει τα συμφέροντα των πολιτών της σε ξένη χώρα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο πρόξενος βοήθησε τους πολίτες της χώρας του που βρίσκονταν σε κρίση.
    • Η συνάντηση με τον πρόξενο διευκόλυνε την επίλυση των διοικητικών θεμάτων.
    2