Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ραδιενεργός (επίθετο) - (παρόμοια:
ενεργός
)
Συνώνυμα
ακτινοβόλος
ακτινοφόρος
2
Αντώνυμα
μη ραδιενεργός
ακτινοβόλος
2
Ορισμός
Εκπέμπει ραδιενέργεια ή σχετίζεται με αυτή.
Έχει την ιδιότητα να εκπέμπει ακτινοβολία.
2
Παραδείγματα
Το ουράνιο είναι ένα ραδιενεργό στοιχείο.
Οι ραδιενεργοί ισότοποι χρησιμοποιούνται στη ιατρική.
2