Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σαγόνι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
βαγόνι
-
σαλόνι
)
Συνώνυμα
μάγουλο
προσωπικό οστό
2
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Το οστό του προσώπου που βρίσκεται κάτω από το μάτι και πάνω από τη γνάθο.
Η περιοχή του προσώπου που καλύπτεται από δέρμα και βρίσκεται ανάμεσα στο μάτι και το αυτί.
2
Παραδείγματα
Το παιδί έσπασε το σαγόνι του όταν έπεσε από το ποδήλατο.
Η γυναίκα ένιωσε έναν πόνο στο σαγόνι της μετά από την επίσκεψη στον οδοντίατρο.
2