Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σαλόνι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
γαλόνι
-
σαγόνι
-
μπαλόνι
)
Συνώνυμα
καθιστικό
αίθουσα
2
Αντώνυμα
κρεβατοκάμαρα
κουζίνα
2
Ορισμός
Το δωμάτιο ενός σπιτιού ή ενός διαμερίσματος όπου οι άνθρωποι συγκεντρώνονται για να χαλαρώσουν ή να δεχτούν επισκέπτες.
Ο χώρος σε ένα δημόσιο κτίριο όπου οι άνθρωποι περιμένουν ή συναντιούνται.
2
Παραδείγματα
Το σαλόνι του σπιτιού μας είναι πολύ άνετο και φωτεινό.
Στο σαλόνι αναμονής του γιατρού υπήρχαν πολλά περιοδικά.
2