Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σεβαστώ (ρήμα) - (παρόμοια:
σεβαστός
-
σεβασμός
-
βαστώ
)
Συνώνυμα
τιμώ
εκτιμώ
σέβομαι
3
Αντώνυμα
αποδοκιμάζω
περιφρονώ
αψηφώ
3
Ορισμός
Να δείχνω σεβασμό ή εκτίμηση σε κάποιον ή κάτι.
Να αναγνωρίζω την αξία ή την ικανότητα κάποιου.
2
Παραδείγματα
Σεβαστώ τη γνώμη σου, αλλά διαφωνώ.
Ο φοιτητής σεβάστηκε τις οδηγίες του καθηγητή του.
2