Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σκάρτος (επίθετο) - (παρόμοια:
άρτος
-
σκάραν
-
σκότος
-
σκέτος
-
σκάφος
)
Συνώνυμα
αγέρωχος
θρασύς
αναιδής
3
Αντώνυμα
ντροπαλός
σεμνός
υποχωρητικός
3
Ορισμός
Που δείχνει έλλειψη σεβασμού ή ταπεινότητας, ιδιαίτερα με θρασύ ή αναιδή τρόπο.
Που χαρακτηρίζεται από ασέβεια ή αγένεια.
2
Παραδείγματα
Ο σκάρτος τρόπος του έκανε πολλούς να τον αποφεύγουν.
Η σκάρτη απάντησή του προκάλεσε δυσαρέσκεια στους παρευρισκόμενους.
2