1. Λέξη
    σκιά (ουσιαστικό) - (παρόμοια: σκι - σκιάχτρο - συκιά)
  2. Συνώνυμα
    • ιχνηλάτημα
    • αποτύπωμα
    • αχτίδα
    3
  3. Αντώνυμα
    • φως
    • λάμψη
    • φωτεινότητα
    3
  4. Ορισμός
    • Η περιοχή που σχηματίζεται όταν ένα αντικείμενο εμποδίζει το φως να περάσει, δημιουργώντας μια σκοτεινή περιοχή.
    • Μεταφορικά, η επίδραση ή η παρουσία κάποιου που δεν είναι φυσικά παρών.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η σκιά του δέντρου μας έδωσε ανάπαυση από τον καυτό ήλιο.
    • Η σκιά του παρελθόντος τον ακολουθούσε παντού.
    2