1. Λέξη
    σκοποβολή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: υποβολή - αποβολή)
  2. Συνώνυμα
    • στόχος
    • προορισμός
    • στόχευση
    3
  3. Αντώνυμα
    • αστοχία
    • απροσεξία
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή η τέχνη του να ρίχνεις βέλη ή σφαίρες σε έναν στόχο.
    • Ο στόχος ή ο σκοπός που θέλει να επιτευχθεί.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η σκοποβολή είναι ένα δημοφιλές άθλημα στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
    • Η σκοποβολή της εταιρείας είναι να αυξήσει τις πωλήσεις της κατά 20%.
    2