Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σκύλα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
σκύλλα
-
σκύλε
-
σκύλος
)
Συνώνυμα
κύνα
κυνούλα
2
Αντώνυμα
γάτα
γάτος
2
Ορισμός
Η θηλυκή μορφή του σκύλου, ένας οικόσιτος σαρκοφάγος θηλαστικός που ανήκει στην οικογένεια των κυνιδών.
Χυδαία έκφραση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια γυναίκα με αρνητικό τρόπο.
2
Παραδείγματα
Η σκύλα γέννησε έξι κουτάβια.
Μην μιλάς έτσι, δεν είναι σωστό να λες σε κάποια σκύλα.
2