1. Λέξη
    στοργικός (επίθετο) - (παρόμοια: στοργή - στοματικός - στρατηγικός - στατικός)
  2. Συνώνυμα
    • τρυφερός
    • αγαπητικός
    • στοργικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ψυχρός
    • αδιάφορος
    • αποστασιοποιημένος
    3
  4. Ορισμός
    • που εκφράζει ή προκαλεί στοργή, αγάπη και τρυφερότητα
    • που χαρακτηρίζεται από αγάπη και στοργή
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η στοργική αγκαλιά της μητέρας του τον καθησύχασε.
    • Έδειξε στοργική συμπεριφορά απέναντι στα ζώα.
    2