Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
στρατηγικά (επίρρημα) - (παρόμοια:
στρατηγική
-
στρατηγικός
-
στρατηγός
-
στρατό
-
στρατός
-
στρατιά
)
Συνώνυμα
μεθοδικά
συστηματικά
οργανωμένα
3
Αντώνυμα
ανοργάνωτα
χαοτικά
απροετοίμαστα
3
Ορισμός
Με τρόπο που σχετίζεται με τη στρατηγική ή την αποτελεσματική προγραμματισμένη δράση.
Με τρόπο που στοχεύει στην επίτευξη μακροπρόθεσμων στόχων.
2
Παραδείγματα
Η εταιρεία σχεδίασε στρατηγικά την επέκτασή της στην αγορά της Ασίας.
Οι κινήσεις του επιτελείου ήταν στρατηγικά σχεδιασμένες για να αντιμετωπίσουν την κρίση.
2