Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
στροφή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
τροφή
-
συναναστροφή
-
διαστροφή
-
αποστροφή
-
αναστροφή
-
επιστροφή
-
καταστροφή
-
σκυλοτροφή
-
περιστροφή
-
αντιστροφή
)
Συνώνυμα
περιστροφή
γύρισμα
αλλαγή
3
Αντώνυμα
ευθεία
σταθερότητα
2
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να στρέφεται κάτι ή κάποιος.
Μια αλλαγή στην κατεύθυνση ή στη φύση κάτι.
Στη ποίηση, μια ομάδα γραμμών που σχηματίζουν μια μονάδα σε ένα ποίημα.
3
Παραδείγματα
Η στροφή του τροχού ήταν γρήγορη.
Μια απότομη στροφή στα γεγονότα άλλαξε τα πάντα.
Το ποίημα αποτελείται από τέσσερις στροφές.
3