1. Λέξη
    επιστροφή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επιστρέψω - επιστρέφω - στροφή - αντιστροφή - περιστροφή - επιστρέφετε - επιστήμη - επιστολή)
  2. Συνώνυμα
    • γυρισμός
    • ανάκτηση
    • επανάληψη
    3
  3. Αντώνυμα
    • απώλεια
    • εξαφάνιση
    • αποχώρηση
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια του να επιστρέφει κάποιος ή κάτι σε ένα προηγούμενο σημείο ή κατάσταση.
    • Η ανάκτηση κάτι που είχε χαθεί ή δοθεί.
    • Η επανάληψη μιας κατάστασης ή γεγονότος.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η επιστροφή του ταξιδιώτη στο σπίτι του ήταν γεμάτη συναισθήματα.
    • Η επιστροφή των βιβλίων στη βιβλιοθήκη πρέπει να γίνει εντός δύο εβδομάδων.
    • Η επιστροφή της άνοιξης φέρνει πάντα χαρά και αναγέννηση.
    3