1. Λέξη
    συμπάθεια (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συμπάσχω - συνήθεια - συμπόνια)
  2. Συνώνυμα
    • συναισθημα
    • ενσυναίσθηση
    • κατανόηση
    • οικειότητα
    4
  3. Αντώνυμα
    • αντιπάθεια
    • απέχθεια
    • αδιαφορία
    3
  4. Ορισμός
    • Η ικανότητα να νιώθουμε και να κατανοούμε τα συναισθήματα και τις εμπειρίες ενός άλλου ατόμου.
    • Μια θετική σχέση μεταξύ δύο ατόμων που βασίζεται σε αμοιβαία κατανόηση και αγάπη.
    • Η τάση να συμμερίζεσαι ή να ταυτίζεσαι με κάποιον άλλο.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η συμπάθεια που έδειξε ο γιατρός βοήθησε τον ασθενή να νιώσει καλύτερα.
    • Υπήρχε άμεση συμπάθεια μεταξύ των δύο γυναικών όταν γνωρίστηκαν.
    • Η συμπάθεια είναι σημαντική σε μια υγιή σχέση.
    3