Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ταχύς (επίθετο) - (παρόμοια:
τραχύς
-
ταχύπλοο
-
ταχύτατα
-
ταχύτητα
)
Συνώνυμα
γρήγορος
αστραπιαίος
στιγμιαίος
3
Αντώνυμα
αργός
βραδύς
χαμηλής ταχύτητας
3
Ορισμός
Που κινείται ή συμβαίνει με μεγάλη ταχύτητα.
Που χαρακτηρίζεται από γρήγορη κίνηση ή δράση.
Που γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
3
Παραδείγματα
Ο δρομέας ήταν πολύ ταχύς και κέρδισε τον αγώνα.
Η ταχεία ανάπτυξη της τεχνολογίας έχει αλλάξει τον τρόπο ζωής μας.
Έκανε μια ταχεία ματιά γύρω του πριν φύγει.
3