1. Λέξη
    τονίσω (ρήμα) - (παρόμοια: τονίζω)
  2. Συνώνυμα
    • ενισχύω
    • εντείνω
    • επιτείνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποδυναμώνω
    • χαλαρώνω
    • μειώνω
    3
  4. Ορισμός
    • Να κάνω κάτι πιο έντονο ή ισχυρό.
    • Να δίνω μεγαλύτερη έμφαση σε κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Πρέπει να τονίσουμε τη σημασία της εκπαίδευσης.
    • Ο δάσκαλος τόνισε ότι η συμμετοχή είναι υποχρεωτική.
    2