Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τονίζω (ρήμα) - (παρόμοια:
συντονίζω
-
τονίσω
-
χιονίζω
)
Συνώνυμα
τονιζω
υπογραμμίζω
επισημαίνω
3
Αντώνυμα
αγνοώ
παραβλέπω
2
Ορισμός
Επισημαίνω ή δίνω έμφαση σε κάτι.
Προφέρω μια λέξη ή συλλαβή με μεγαλύτερη ένταση.
2
Παραδείγματα
Πρέπει να τονίσουμε τη σημασία της εκπαίδευσης.
Στην προφορά, τονίζουμε τη δεύτερη συλλαβή της λέξης 'καλημέρα'.
2