Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τροχονόμος (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
τρόμος
-
αστρονόμος
)
Συνώνυμα
αστυνόμος
τροχαία
αστυνομικός
3
Αντώνυμα
παραβάτης
παράνομος
2
Ορισμός
Αστυνομικός που ειδικεύεται στον έλεγχο της κυκλοφορίας και τη διασφάλιση της τροχαίας ασφάλειας.
Υπάλληλος που επιβλέπει την τήρηση των κανόνων κυκλοφορίας.
2
Παραδείγματα
Ο τροχονόμος έδωσε κλήση στον οδηγό που πέρασε με κόκκινο φανάρι.
Οι τροχονόμοι ενισχύουν την παρουσία τους στους δρόμους κατά τις ώρες αιχμής.
2