1. Λέξη
    υπογράψτε (ρήμα) - (παρόμοια: υπογράψω - υπογράφω - υπογραφή)
  2. Συνώνυμα
    • ονομάζω
    • επιβεβαιώνω
    • επισημαίνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • διαγράφω
    • ακυρώνω
    • αρνούμαι
    3
  4. Ορισμός
    • Γράφω το όνομά μου σε ένα έγγραφο για να δηλώσω ότι το αποδέχομαι ή το εγκρίνω.
    • Επιβεβαιώνω ή επικυρώνω κάτι με την υπογραφή μου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Πρέπει να υπογράψεις τη σύμβαση για να είναι έγκυρη.
    • Ο διευθυντής θα υπογράψει τα έγγραφα αύριο.
    2