Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φέρνω (ρήμα) - (παρόμοια:
φέρνουν
-
φέρω
-
φέρνομαι
)
Συνώνυμα
μεταφέρω
κομίζω
προσκομίζω
3
Αντώνυμα
αφήνω
απομακρύνω
απορρίπτω
3
Ορισμός
Μεταφέρω κάτι από ένα μέρος σε άλλο.
Προκαλώ κάποιο αποτέλεσμα ή κατάσταση.
Φέρομαι με συγκεκριμένο τρόπο.
3
Παραδείγματα
Φέρνω το βιβλίο από το δωμάτιο.
Η απόφασή του φέρνει μεγάλες αλλαγές.
Φέρθηκε πολύ ευγενικά στην συνάντηση.
3