Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φέρτε (ρήμα) - (παρόμοια:
φέρω
)
Συνώνυμα
κομίζω
μεταφέρω
προσκομίζω
3
Αντώνυμα
απομακρύνω
αφαιρώ
αποσύρω
3
Ορισμός
Μεταφέρω κάτι από ένα μέρος σε ένα άλλο.
Προμηθεύω ή παρέχω κάτι που ζητήθηκε ή απαιτήθηκε.
Οδηγώ κάποιον σε ένα συγκεκριμένο μέρος.
3
Παραδείγματα
Παρακαλώ, φέρτε μου ένα ποτήρι νερό.
Ο υπάλληλος θα μας φέρει το μενού σε λίγο.
Ο οδηγός μας έφερε στο ξενοδοχείο χωρίς καθυστέρηση.
3