1. Λέξη
    φέρτε (ρήμα) - (παρόμοια: φέρω)
  2. Συνώνυμα
    • κομίζω
    • μεταφέρω
    • προσκομίζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απομακρύνω
    • αφαιρώ
    • αποσύρω
    3
  4. Ορισμός
    • Μεταφέρω κάτι από ένα μέρος σε ένα άλλο.
    • Προμηθεύω ή παρέχω κάτι που ζητήθηκε ή απαιτήθηκε.
    • Οδηγώ κάποιον σε ένα συγκεκριμένο μέρος.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Παρακαλώ, φέρτε μου ένα ποτήρι νερό.
    • Ο υπάλληλος θα μας φέρει το μενού σε λίγο.
    • Ο οδηγός μας έφερε στο ξενοδοχείο χωρίς καθυστέρηση.
    3