Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φανατικός (επίθετο) - (παρόμοια:
φανταστικός
-
ηπατικός
-
στατικός
-
κρατικός
)
Συνώνυμα
εμμονικός
προσηλωμένος
οπαδός
θαυμαστής
4
Αντώνυμα
αδιάφορος
αποστατημένος
αμέτοχος
3
Ορισμός
Που δείχνει υπερβολικό και ακραίο ενθουσιασμό ή αφοσίωση σε κάτι.
Που χαρακτηρίζεται από ακραίες απόψεις ή συμπεριφορά, ιδιαίτερα σε θρησκευτικά ή πολιτικά θέματα.
2
Παραδείγματα
Ο φανατικός οπαδός υποστήριζε την ομάδα του σε κάθε αγώνα.
Η φανατική πίστη της σε μια ιδέα την έκανε να μην ακούει κανέναν άλλον.
2