Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κρατικός (επίθετο) - (παρόμοια:
κριτικός
-
δημοκρατικός
-
τρομοκρατικός
-
πειρατικός
-
κλιματικός
-
διορατικός
-
αριστοκρατικός
-
γραφειοκρατικός
-
ηπατικός
-
στατικός
-
στρατιωτικός
-
κρατά
-
κρατώ
-
κβαντικός
-
θεματικός
-
κρατιέμαι
-
σωματικός
-
φανατικός
-
εργατικός
-
ασιατικός
)
Συνώνυμα
δυναμικός
ισχυρός
αυταρχικός
3
Αντώνυμα
αδύναμος
εύπλαστος
υποχωρητικός
3
Ορισμός
Που χαρακτηρίζεται από δύναμη ή εξουσία.
Που δείχνει αυθεντία ή επιβολή.
2
Παραδείγματα
Η κρατική πολιτική ήταν αυστηρή και κρατική.
Έδειξε κρατική συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της συζήτησης.
2