Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φορτιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
φροντιστής
-
φορτισμένος
)
Συνώνυμα
φόρτιστής
προσαρμογέας
επαναφορτιστής
3
Αντώνυμα
αποφορτιστής
εκφορτιστής
2
Ορισμός
Συσκευή που χρησιμοποιείται για τη φόρτιση ηλεκτρικών συσκευών, όπως κινητά τηλέφωνα ή ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Συσκευή που μετατρέπει το ηλεκτρικό ρεύμα από πρίζα σε μορφή κατάλληλη για φόρτιση.
2
Παραδείγματα
Ξέχασα τον φορτιστή μου στο σπίτι και η μπαταρία του κινητού μου τελείωσε.
Ο φορτιστής του ηλεκτρικού αυτοκινήτου χρειάζεται πολλές ώρες για να γεμίσει πλήρως τη μπαταρία.
2