Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φροντιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
φορτιστής
)
Συνώνυμα
φροντίζων
επιμελητής
κηδεμόνας
3
Αντώνυμα
αφροντιστούν
αμέλεια
2
Ορισμός
Ο άνθρωπος που φροντίζει για κάτι ή κάποιον.
Αυτός που έχει την ευθύνη για τη φροντίδα ή τη διαχείριση κάποιου πράγματος.
2
Παραδείγματα
Ο φροντιστής του μουσείου ελέγχει τις συνθήκες διατήρησης των εκθεμάτων.
Ο φροντιστής του παιδιού είναι υπεύθυνος για την καθημερινή του φροντίδα.
2