1. Λέξη
    φυλή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: φυλάω)
  2. Συνώνυμα
    • γένος
    • φυλετική ομάδα
    • εθνότητα
    3
  3. Αντώνυμα
    • άτομο
    • ατομικότητα
    2
  4. Ορισμός
    • Μια ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται κοινή καταγωγή, ιστορία, γλώσσα ή πολιτισμικά χαρακτηριστικά.
    • Μια κατηγορία ή ομάδα ζώων ή φυτών που έχουν κοινά χαρακτηριστικά.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η φυλή των Ινδιάνων αποτελεί σημαντικό μέρος της αμερικανικής ιστορίας.
    • Στη βιολογία, η φυλή χρησιμοποιείται για την ταξινόμηση των οργανισμών.
    2