1. Λέξη
    χειρίζεται (ρήμα) - (παρόμοια: χειρίζομαι)
  2. Συνώνυμα
    • διαχειρίζεται
    • επεξεργάζεται
    • χειραγωγεί
    3
  3. Αντώνυμα
    • αμελεί
    • παρατάει
    • αγνοεί
    3
  4. Ορισμός
    • Εκτελεί μια ενέργεια με τα χέρια ή με εργαλεία.
    • Διαχειρίζεται μια κατάσταση ή ένα πρόβλημα.
    • Ελέγχει ή κατευθύνει κάτι ή κάποιον.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο γιατρός χειρίζεται με προσοχή τα ευαίσθητα όργανα.
    • Η διοίκηση χειρίζεται αποτελεσματικά τις κρίσεις της εταιρείας.
    • Ο δάσκαλος χειρίζεται με επιτυχία την τάξη.
    3