Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χειρίζεται (ρήμα) - (παρόμοια:
χειρίζομαι
)
Συνώνυμα
διαχειρίζεται
επεξεργάζεται
χειραγωγεί
3
Αντώνυμα
αμελεί
παρατάει
αγνοεί
3
Ορισμός
Εκτελεί μια ενέργεια με τα χέρια ή με εργαλεία.
Διαχειρίζεται μια κατάσταση ή ένα πρόβλημα.
Ελέγχει ή κατευθύνει κάτι ή κάποιον.
3
Παραδείγματα
Ο γιατρός χειρίζεται με προσοχή τα ευαίσθητα όργανα.
Η διοίκηση χειρίζεται αποτελεσματικά τις κρίσεις της εταιρείας.
Ο δάσκαλος χειρίζεται με επιτυχία την τάξη.
3